Δευτέρα 20 Ιανουαρίου 2014

[Η αρχή της Μεσότητας κατά τον Αριστοτέλη]

Θεωρία για την μεσότητα

Ο Αριστοτέλης υποστήριξε ότι μεταξύ της ευδαιμονίας και της αρετής υπάρχει ουσιαστική σχέση. Δεν θα μπορεί να είναι κανείς ευτυχισμένος, χωρίς να είναι ενάρετος. Ένας δειλός, ένας μικροπρεπής, ένας γενικώς φαύλος άνθρωπος δεν μπορεί να είναι ευτυχισμένος. Για τον Αριστοτέλη η ευδαιμονία είναι ενέργεια της ψυχής. Διατύπωσε την θεωρία, σύμφωνα με την οποία η ευδαιμονία και η αρετή συνίσταται στην μεσότητα μεταξύ δύο ακροτήτων, μεταξύ μιας υπερβολής  και μιας έλλειψης. π.χ. Η μετριοφροσύνη είναι η μεσότητα μεταξύ της αλαζονείας, η οποία  συνιστά την κατάσταση της υπερβολής, και της μικροπρέπειας, που  αποτελεί έλλειψη. Το θάρρος επίσης είναι η μεσότητα μεταξύ του  θράσους και της δειλίας, κ.ο.κ. Με όλες τις άλλες αρετές[1].
Μεσότητα ο Αριστοτέλης αποκαλεί τη μέση οδό που υπάρχει ανάμεσα σε δύο ακραίες καταστάσεις. Για παράδειγμα το μέσον μεταξύ της παρόρμησης και της αδράνειας είναι η σύνεση, μεταξύ της έκστασης και της απάθειας είναι η νηφαλιότητα.
Η  θεωρία του Αριστοτέλη για την μεσότητα αποτελεί κεντρικό άξονα της ηθικής φιλοσοφίας του. Στο πλαίσιο της θεωρίας του αυτής ο Αριστοτέλης μας προτρέπει  και μας παρακινεί, αν θέλουμε να κατακτήσουμε την αρετή και να γίνουμε ευτυχισμένοι στην ζωή μας, πρέπει να αποφεύγουμε στην ζωή μας και στην εν γένει συμπεριφορά μας τις ακραίες επιλογές, δηλαδή τις ακρότητες αν θέλουμε να είμαστε ευτυχείς. Τώρα θα αναλύσουμε δύο πολύ σπουδαίες λέξεις κλειδιά στην θεωρία του Αριστοτέλη για την   μεσότητα, την ευδαιμονία και την αρετή.
Ποιoς είναι ο ιδιαίτερος τρόπος  συμπεριφοράς με τον οποίο οι άνθρωποι θα εξασφαλίσουν την ευδαιμονία τους; πότε μπορούμε να πούμε ότι οι πράξεις μας έγιναν σωστά, έτσι ώστε να μας κάνουν ευτυχισμένους; Για να δοθεί απάντηση σε τέτοιου είδους απορίες λέει ο Αριστοτέλης, είναι αναγκαίο, πρώτα απ’ όλα, να καθοριστεί το έργο του ανθρώπου. Και αυτό γιατί αισθάνεται κανείς ευτυχισμένος, εφόσον κάνει καλά την δουλειά του. Όλοι μας είμαστε εξουσιοδοτημένοι να επιτελούμε κάποιο έργο, που, εκτελώντας το σωστά, αισθανόμαστε ευτυχισμένοι. Ο δραματουργός έχει ως έργο να γράφει θεατρικά κείμενα, ο δάσκαλος να διδάσκει, ο μαθητής να μαθαίνει, ο οικοδόμος να κατασκευάζει σπίτια. κτλ. Ο άνθρωπος, όμως, θα πρέπει να έχει κάποιο έργο. Ποιο έργο; Για να απαντήσουμε στο ερώτημα αυτό, κατά τον Αριστοτέλη, θα πρέπει να προσδιορίσουμε την ιδιαίτερη φύση του ανθρώπου. Και αυτό θα το πετύχουμε, αν συγκρίνουμε τον άνθρωπο με τα άλλα είδη οργανισμών και δούμε τι είναι εκείνο που διαθέτει ο άνθρωπος και δεν το έχουν  ούτε τα φυτά ούτε τα ζώα.
Αν τώρα συγκρίνουμε τον άνθρωπο με τα ζώα βλέπουμε ότι ο άνθρωπος μοιράζεται  τις ορέξεις, τα ένστικτα και τα πάθη. Όλα αυτά τα χαρακτηριστικά είναι κοινά στους ανθρώπους και στα ζώα. Τι είναι όμως εκείνο που κάνει τον άνθρωπο να ξεχωρίζει από τα φυτά και τα ζώα. Εκείνο που τον ξεχωρίζει είναι ο λόγος. Δηλαδή,  το ότι σκέπτεται.
Πιο πάνω είπαμε ότι, κατά τον Αριστοτέλη, ο κατάλληλος τρόπος που πρέπει να συμπεριφερόμαστε, για να γίνουμε ευτυχισμένοι και χαρούμενοι, είναι να ρυθμίζουμε την συμπεριφορά μας  σύμφωνα με το έργο που υπαγορεύεται από την φύση μας, να κάνουμε δηλαδή ό,τι είναι  σύμφωνο με την φύση μας. Μπορούμε λοιπόν  τώρα να  πούμε ότι κατά τον Αριστοτέλη, γίνεται κανείς ευτυχισμένος, όταν συμπεριφέρεται σύμφωνα με το λογικό του.Διαφορετικά, αν αδιαφορήσει προς ό,τι  του υπαγορεύει ο  λόγος, είναι βέβαιο, ότι θα γίνει δυστυχισμένος. Το ερώτημα όμως σ’ αυτή την περίπτωση είναι σε τι συνίσταται η λειτουργία του λόγου, την οποία θα πρέπει να σεβαστούμε, προκειμένου να γίνουμε ευτυχισμένοι και χαρούμενοι στην ζωή μας και στο κόσμο που ζούμε. Ο Μεγάλος σταγειρίτης φιλόσοφος παρατηρεί ότι ο λόγος επιδιώκει, από την φύση του, την ισορροπία και την συμμετρία.
Έτσι, συμπεριφέρομαι σύμφωνα με τη λογική φύση μου σημαίνει ότι επιλέγω κάτι που δεν μπορεί να είναι ακραίο, κάτι που δεν είναι ούτε υπερβολικό, ούτε ελλειπτικό. Π.χ. αν  θέλοντας να ικανοποιήσω την πείνα μου, φάω πάρα πολύ και βαρυστομαχιάσω ή πολύ λίγο, τόσο που να εξακολουθώ να αισθάνομαι την δυσφορία της πείνας, είναι σαφές ότι δεν μπορώ να νιώθω ευχαριστημένος με καμία από τις δύο αυτές επιλογές μου. Θα πρέπει για να νιώθω ευτυχής, να φάω τόσο που να μη είναι ούτε πολύ ούτε λίγο, αλλά κάπου μεταξύ των δύο αυτών άκρων. Έτσι, λοιπόν,  ευδαιμονία βρίσκεται πάντοτε στην επιλογή της μέσης οδού μεταξύ των δύο ακραίων προοπτικών, της υπερβολής και της έλλειψης. 

Ποιος όμως ορίζει τη μεσότητα; Ο ίδιος ο άνθρωπος, όταν διακρίνεται από φρόνηση. Ο φρόνιμος άνθρωπος -ο άνθρωπος που γνωρίζει ή αντιλαμβάνεται κατά τον Πρωταγόρα- αποτελεί μέτρο για τον ίδιο του τον εαυτό του. Η λογική είναι ουσιαστικά εκείνη που υποδει-κνύει το δέον και μπορεί να οδηγήσει τον άνθρωπο στην ευδαιμονίαν. Πρώτ' απ' όλα, ο Αριστοτέλης προϋποθέτει την ωριμότητα και την κατάλληλη προπαρασκευή. Η καλλιέργεια των αρετών που είναι αναγκαία για την πραγμάτωση του τελικού αγαθού της ευδαιμονίας χρειάζεται και επαρκή παιδεία όπως άλλωστε και φυσική προδιάθεση. Αλλιώς δε μπορεί να τελεσφορήσει η "ακρόασις" της οποιασδήποτε διδα-σκαλίας[1].
 Όμως η χαρακτηριστική αναγνώριση της ανάγκης για μια μη θεωρητική προσπέλαση της ηθικότητας διαφαίνεται κυρίως από τον ίδιο τον ορισμό της ηθικής αρετής. Σύμφωνα με την κλασική διατύπωση των Ηθικών Νικομαχείων πρόκειται για ξις προαιρετική[2]. Δεν αρκεί η ορθολογική σύλληψη της ηθικής αρετής υπό το πρίσμα της "μεσότητος", μεταξύ υπερβολής και ελλείψεως. Η κατανόηση της "προς ημας μεσότητος" επιτυγχάνεται μόνο με την έμπρακτη συνδρομή, όσων διακρίνονται από διανοητική αρετή της φρονήσεως. Η καλλιέργεια των αρετών, που είναι αναγκαία για την πραγμάτωση του τελικού αγαθού της ευδαιμονίας, χρειάζεται και επαρκή παιδεία, όπως άλλωστε και φυσική προδιάθεση. Αλλιώς, δεν μπορεί να τελεσφορήσει η "ακρόασις" της οποιασδήποτε διδασκαλίας.
Δεν αρκεί η ορθολογική σύλληψη της ηθικής αρετής υπό το πρίσμα της "μεσότητος", μεταξύ υπερβολής και ελλείψεως. Η κατανόηση της "προς ημας μεσότητος" επιτυγχάνεται μόνο με την έμπρακτη συνδρομή, όσων διακρίνονται από τη διανοητική αρετή της φρονήσεως. Η Ηθική θεωρία του Αριστοτέλη έτυχε ευρύτατης απήχησης και ανάλυσης ανά τους αιώνες. Ο σκοπός της ζωής του ανθρώπου λοιπόν είναι η ευδαιμονία, η ευτυχία. Για να γίνει ο άνθρωπος ευδαίμων οφείλει να ακολουθεί έναν ορισμένο (ενάρετο) τρόπο ζωής. Αυτός ο ενάρετος τρόπος ζωής συνίσταται στην τήρηση της Μεσότητας.




[1] Ηθ. Νικ. 1095b4-6, a1-8 και 1142a13-18, 1178b24-26, Στ. Βιρβιδάκης, «Η αριστοτελική ηθική και οι σύγχρονες αντιθεωρητικές τάσεις στο χώρο της ηθικής φιλοσοφίας», στον τόμο Δ.Ζ. Ανδριόπουλος (επιμ.), Αριστοτέλης: Οντολογία, Γνωσιοθεωρία, Ηθική, Πολιτική Φιλοσοφία, εκδ. Παπαδήμα: Αθήνα 31997, σ.500-501.
[2] Ηθ. Νικ, 1106b36-1107a1. 





[1] «Πραγματικά, ο άνθρωπος που συστηματικά τρέπεται σε φυγή μπροστά στο καθετί, που φοβάται τα πάντα και δεν αντιστέκεται σε τίποτε, γίνεται δειλός· ο άνθρωπος, από την άλλη, που δεν φοβάται τίποτε και βγαίνει να αντιμετωπίζει το καθετί, γίνεται απόκοτος· το ίδιο: αυτός που απολαμβάνει συστηματικά όλων των ειδών τις ηδονές και δεν μένει μακριά από καμία, γίνεται ακόλαστος, ενώ αυτός που -σαν αγροίκος-μένει συστηματικά μακριά από όλες τους, γίνεται, θα λέγαμε, αναίσθητος· συμπέρασμα: τη σωφροσύνη και την ανδρεία τις φθείρει η υπερβολή και η έλλειψη, ενώ η μεσότητα τις σώζει». 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου