Η λέξη εμφανίζεται στα τέλη του 19ου αι. και αποτελεί μεταφορά στην ελληνική του γαλλικούmessianisme (-isme =-ισμός), που σχηματίστηκε από την ελληνιστική λέξη Μεσσίας (< εβρ.masiah= χρισμένος με λάδι).
Η πίστη στην ύπαρξη ή στη μελλοντική παρουσία ενός «μεσσία» - Υπερανθρώπου, ενός σωτήρα σε θρησκευτικό και κατ’ επέκταση σε εθνικό, πολιτικό ή κοινωνικό επίπεδο, δηλ. σ’ ένα πρόσωπο με εξαιρετικές ικανότητες (= «χαρισματικό ηγέτη»), το οποίο, όπως πιστεύεται, θα λυτρώσει το λαό ή το έθνος από τα προβλήματά του.
Ο μεσσιανισμός δεν περιορίζεται στη θρησκεία. Διαποτίζει ως αντίληψη και ως προσδοκία (= μεσσιανική νοοτροπία, μοιρολατρική τάση) τον πολιτικό και κοινωνικό βίο κάποιων λαών, κατεξοχήν της Ανατολής, η ζωή (κοινωνική, πολιτική, πολιτιστική) των οποίων παρουσιάζεται συχνά τραγικά υποδεέστερη.
Δημιουργεί άτομα ανασφαλή και ψυχολογικά εξαρτημένα, άβουλα, πειθήνια όντα - δηλ. «υπηκόους» και όχι «ενεργούς πολίτες» - ευνοεί την επικράτηση αυταρχικών – ολοκληρωτικών καθεστώτων, αδρανοποιεί τη σκέψη και την κριτική στάση και, κατ’ αυτό τον τρόπο, υποβιβάζει την αξία και αυτονομία του ανθρώπου ως ελεύθερου και αυτεξούσιου όντος.
από την άσπρη λέξη
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου