Φαίνεται
αρκετά περίπλοκο να προσδιορίσει κανείς με ακρίβεια το σημείο από το οποίο ο
άνθρωπος, όντας ένα ον κοινωνικό με ό, τι αυτό συνεπάγεται, τοποθετείται
συνειδητά πάνω στη σχέση της αισθητικής με
τη φιλοσοφία.
Ωστόσο όπως φανερώνεται μέσα από τα χωρία του Πλάτωνα, στην αρχαία Ελλάδα
μεταξύ των διανοουμένων της εποχής, θίγεται πολλές φορές το ζήτημα της αισθητικής.
Γεγονός το οποίο αποδεικνύει τα διαφωτιστικά φιλοσοφικά «ερωτοαπαντήματα» που
ανέπτυξαν οι αρχαίοι Έλληνες φιλόσοφοι αναφορικά με τις τέχνες.
Από την αρχαιότητα, και κατά την μετέπειτα εξέλιξη της ανθρώπινης κοινωνίας, η αισθητική της τέχνης αποτέλεσε αντικείμενο μελέτης και ανάλυσης για πολλούς, διαφορετικούς πολιτισμούς. Δεν είναι μάλιστα τυχαίο το γεγονός, ότι σε κάθε χρονική περίοδο, από την Αρχαιότητα, τον Μεσαίωνα, την Αναγέννηση, τον Γαλλικό Διαφωτισμό μέχρι και τον πιο πρόσφατο 20ο αιώνα, παράλληλα με την ανάπτυξη των εκάστοτε καλλιτεχνικών κινημάτων, δημιουργείται παράλληλα και ένα κύμα έντονης φιλοσοφικής αναζήτησης που αφορά στην αισθητική και ασκεί έντονη επιρροή στην παγίωση και τη προώθηση της καλλιτεχνικής πρακτικής.
Από την αρχαιότητα, και κατά την μετέπειτα εξέλιξη της ανθρώπινης κοινωνίας, η αισθητική της τέχνης αποτέλεσε αντικείμενο μελέτης και ανάλυσης για πολλούς, διαφορετικούς πολιτισμούς. Δεν είναι μάλιστα τυχαίο το γεγονός, ότι σε κάθε χρονική περίοδο, από την Αρχαιότητα, τον Μεσαίωνα, την Αναγέννηση, τον Γαλλικό Διαφωτισμό μέχρι και τον πιο πρόσφατο 20ο αιώνα, παράλληλα με την ανάπτυξη των εκάστοτε καλλιτεχνικών κινημάτων, δημιουργείται παράλληλα και ένα κύμα έντονης φιλοσοφικής αναζήτησης που αφορά στην αισθητική και ασκεί έντονη επιρροή στην παγίωση και τη προώθηση της καλλιτεχνικής πρακτικής.
Προκειμένου
να αποσαφηνίσουμε κάποια γεγονότα, καλό θα ήταν να αναφέρουμε ότι οι αισθητικές
θεωρίες που αναπτύχθηκαν μέσα στον 18ο αιώνα και στις αρχές του 19ου, οι οποίες
έφεραν ριζοσπαστικές αλλαγές στις αισθητικές αντιλήψεις που είχαν προηγηθεί,
μαγνήτιζαν το ενδιαφέρον των ατόμων που ανήκαν κυρίως στους ακαδημαϊκούς
κύκλους της εποχής.
Το ενδιαφέρον κομμάτι όμως σε αυτού του είδους την ανάπτυξη και την εξέλιξη των αισθητικών ιδεών, ιδιαίτερα εκείνων του 19ου αιώνα, είναι ότι οι κυριότεροι και πιο σημαντικοί στοχασμοί, που φαίνεται να έχουν διάρκεια έως σήμερα, προέρχονται από δύο φιλοσόφους οι οποίοι δεν ανήκαν στην ακαδημαϊκή παράδοση: τον Arthur Schopenhauer και τον Friedrich Wilhelm Nietzsche.
Το ενδιαφέρον κομμάτι όμως σε αυτού του είδους την ανάπτυξη και την εξέλιξη των αισθητικών ιδεών, ιδιαίτερα εκείνων του 19ου αιώνα, είναι ότι οι κυριότεροι και πιο σημαντικοί στοχασμοί, που φαίνεται να έχουν διάρκεια έως σήμερα, προέρχονται από δύο φιλοσόφους οι οποίοι δεν ανήκαν στην ακαδημαϊκή παράδοση: τον Arthur Schopenhauer και τον Friedrich Wilhelm Nietzsche.
Στην
εποχή λοιπόν του βραχύβιου Γερμανικού Ρομαντισμού, ενδιαφέρον θα είχε να
προσέξουμε ιδιαίτερα την τοποθέτηση των δύο αυτών στοχαστών σχετικά με την αισθητική της τέχνης. Όχι τόσο γιατί πλησιάζουν
περισσότερο από άλλους στοχαστές στο να δώσουν απαντήσεις στα πολυάριθμα
φιλοσοφικά ερωτήματα που αφορούν στην αισθητική, αλλά κυρίως επειδή
επικεντρώνονται στην ανθρώπινη θέληση για ζωή και την αντιμετώπιση της οδύνης
της ύπαρξης μέσα από την τέχνη.
Στη
βάση της κλασικής απαισιοδοξίας του Schopenhauer βρίσκουμε την τοποθέτησή του αναφορικά
με τον «εξαντικειμενισμό» της πρωταρχικής θέλησης.Πιο αναλυτικά, ο Γερμανός
φιλόσοφος αντιλαμβάνεται την απόκτηση των υλικών αντικειμένων, ως την ίδια την
ανθρώπινη θέληση για ζωή. Σε αυτό ακριβώς το σκεπτικό, βασίζεται και η φιλοσοφία του για την τέχνη. Για τον Schopenhauer η τέχνη είναι ένας τρόπος διαφυγής από
τα δεσμά και τους περιορισμούς που μας θέτει η θέλησή μας για ζωή και ένα
σημείο αποφυγής της οδύνης της ανθρώπινης ύπαρξης.
Στην
ηθική φιλοσοφία του, ο Schopenhauer προτείνει ότι, ο μόνος τρόπος για να
αντέξει κανείς την «οδύνη της ανθρώπινης ύπαρξης» είναι να απαρνηθεί τις
επιθυμίες του, κάτι που συναντάμε κυρίως στον βουδισμό, και ότι σε τέτοιες
καταστάσεις ανθρώπινης οδύνης μόνο η τέχνη μπορεί να κάνει τη ζωή ελαφρώς πιο
υποφερτή, αλλά ακόμη και αυτό συμβαίνει στιγμιαία και παροδικά.
Ο Nietzsche από την άλλη, σχεδόν σαν απάντηση στις
φιλοσοφικές αναζητήσεις του Schopenhauer,
διαχωρίζει την τέχνη στο Απολλώνιο και το Διονυσιακό πνεύμα. Το σοβαρό και
κυριευμένο από τυπικά αισθητικά κριτήρια Απολλώνιο και το άναρχο, συγκινησιακό
σαν σε κατάσταση μέθης Διονυσιακό πνεύμα κυριαρχούν ξεκάθαρα στις φιλοσοφικές
αναζητήσεις του στοχαστή που φαίνεται να αιωρείται και
ο ίδιος ανάμεσα στα δύο αυτά άκρα.
Χαρακτηριστικά,
ο Γερμανός φιλόσοφος υποστηρίζει ότι, η ουσιαστική, υψηλή και υγιής τέχνη δεν συνάδει τόσο με την «άρνηση για
την ζωή» όπως ισχυρίζεται η απαισιόδοξη οπτική τουSchopenhauer. Αντίθετα,
θεωρεί πως μέσα της ανακλά όλα αυτά τα καθημερινά, δυσάρεστα συμβάντα που
κρύβει η ζωή, τα ανάγει σε υψηλής μορφής αισθητική αποτύπωση,
και μέσα από την κατασκευή των έργων τέχνης, ο άνθρωπος βρίσκει παρηγοριά για
να συνεχίσει να ζει.
Επισήμως
η αισθητική της τέχνης στον Ευρωπαϊκό χώρο
γεννιέται την στιγμή που γεννιέται και η κριτική της τέχνης. Ουσιαστικά η αισθητική,
αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι της ανθρώπινης φιλοσοφικής αναζήτησης. Για τον Schopenhauer και τον Nietzsche, οι
φιλοσοφικές ιδέες που σχετίζονται με τις τέχνες, είτε
έχουν πεσιμιστική είτε αισιόδοξη χροιά, ασκούν ιδιαίτερη επίδρασή πάνω στην
ανθρώπινη ζωή.
Όσο
συνεχίζει η αέναη «θέληση για ζωή», η ίδια η «ανθρώπινη ύπαρξη» και η «οδύνη»
της, όσο συνεχίζει να υπάρχει ητέχνη, να εξελίσσεται, να μεταβάλλεται και να
δέχεται κριτική, τότε σίγουρα θα συνεχίσει να υπάρχει και η αισθητική της
τέχνης άρρηκτα συνδεδεμένη με τη φιλοσοφία.
Καλώς ή κακώς, κάθε είδους φιλοσοφική προσέγγιση αναφορικά με τηντέχνη συνεισφέρει
στην εξέλιξή της, βοηθάει στον προσδιορισμό της ταυτότητας του καλλιτέχνη και
χαρίζει απλόχερα «παρηγοριά» στους θεατές.
Αναστασία Βουτσά
(εικαστικός- μουσειολόγος)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου